Παρ03292024

Last updateΔευ, 01 Ιουλ 2024 7am

Γ. Φουστάνος: Η μακροχρόνια έρευνα της σύγχρονης ναυτιλιακής μας ιστορίας, πέρα από ενδιαφέροντα στοιχεία, αποκάλυψε ένα σπουδαίο θησαυρό. Την ύπαρξη μιας άλλης Ελλάδας, της Ελλάδας της ναυτιλίας

10210330282387455Τον δημιουργό του διαδικτυακού μουσείου Greek Shipping Miracle Γιώργο Μ. Φουστάνο τίμησε προ ημερών το Propeller Club απονέμοντας του ειδικό βραβείο για το πολυετές και δύσκολο έργο της συγκέντρωσης και παρουσίασης μέσα από την ψηφιακή πλατφόρμα που δημιούργησε της ιστορίας της ποντοπόρου ναυτιλίας της χώρας.

Ερωτηθείς σχετικά με την βράβευση ο πρόεδρος του Propeller Club Γιώργος Ξηραδάκης τόνισε τα εξής: «Με τα βραβεία των μελών του Propeller Club Πειραιά, το Διοικητικό Συμβούλιο θέλει να αναδείξει προσωπικότητες που βοηθούν την διεθνοποίηση της εικόνας της Ελληνικής Ναυτιλίας στον κόσμο.

Ο Γιώργος Φουστάνος μέσα από την συνεχή επίπονη έρευνα αλλά και μοναχική εργασία συλλογής γνήσιων στοιχείων της Ελληνικής Ναυτιλίας κατάφερε να δημιουργήσει μια βάση ιστορικών δεδομένων για την Ελληνική Ναυτιλία αφενός μεν πλούσια αφετέρου αξιολογότατη που δύσκολα βρίσκει κανείς στον επιχειρηματικό κόσμο.

Το μοναδικό για την πατρίδα μας υλικό αυτό ταξιδεύει πλέον σε όλα τα μέρη του κόσμου αλλά δύναται πλέον να διευρυνθεί με την κάλυψη κι άλλων ιστορικών δεδομένων της διεθνούς ναυτιλίας.

Η παγκόσμια αυτή πρωτοπορία του κλάδου μας είναι δημιούργημα του Γιώργου Μιχαήλ Φουστάνου, και για αυτόν τον λόγο είμαστε πανευτυχείς που τον τιμούμε θέλοντας τον ευχαριστήσουμε σαν Έλληνες, σαν ενεργά στελέχη της ελληνικής ναυτιλιακής και επιχειρηματικής κοινότητας και σαν μέλη του αρχαιότερου κοινωνικού σωματείου της Ελληνικής Ναυτιλίας, του Propeller Club Πειραιά»

Το “theseanation” συνομιλώντας με τον Γιώργο Φουστάνο παρουσιάζει τους στόχους τους εγχειρήματος που παρέχει την ευκαιρία να γνωρίσει την συνυφασμένη με την ανάπτυξη της χώρας ναυτιλιακής της ιστορία.

Στόχους που αφορούν την λειτουργία αλλά και την περαιτέρω δυναμική διείσδυση του διαδικτυακού μουσείου Greek Shipping Miracle στο χώρο της διεθνούς ναυτιλίας καθώς, όπως είπε, με αυτό τον τρόπο και την παράλληλη αξιοποίηση ενός μεγάλου αρχείου και -κυρίως- αδημοσίευτου υλικού, που αφορά σημαντικό μέρος του παγκόσμιου στόλου σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, θα πολλαπλασιαστεί η επισκεψιμότητα, μιας και οι εν δυνάμει επισκέπτες θα προέρχονται από όλα τα κράτη της γης που έχουν σχέση με το έργο της ναυτιλίας.

-Τις σας ώθησε ή μάλλον ποιος είναι ο βασικός στόχος του ψηφιακού εγχειρήματος;

Ο στόχος μας είναι συγκεκριμένος και ξεκάθαρος. Αφενός, προσδοκούμε να προσελκύσουμε το ενδιαφέρον όσο το δυνατόν περισσότερων πολιτών του κόσμου των οποίων η ζωή έμμεσα ή άμεσα επηρεάστηκε ή επηρεάζεται θετικά από τη διαχρονική διαδρομή και τα επιτεύγματα της ναυτιλίας των Ελλήνων, χωρίς ωστόσο οι ίδιοι να το αντιλαμβάνονται.

Παράλληλα θα βοηθήσει να αντιληφθούν καλύτερα τη σημασία των θαλασσίων μεταφορών στην καθημερινότητα του πλανήτη.

Θεωρώ ότι αποτελεί καθήκον όλων των ανθρώπων της ναυτιλίας μας, ως παγκόσμια ηγέτιδα δύναμη στον κορυφαίο αυτό τομέα της οικονομίας, να αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις, ώστε να προβληθεί το έργο και να βελτιωθεί όπου γης η εικόνα, όχι μόνο της ελληνικής αλλά και της διεθνούς ναυτιλίας.

Η ναυτιλία έχει αντιμετωπίσει τις τελευταίες δεκαετίες μεγάλα προβλήματα από τα κέντρα λήψης αποφάσεων που λειτουργούν και θεσμοθετούν κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης, η οποία στη συντριπτική της πλειοψηφία αγνοεί παντελώς τη σημασία των θαλασσίων μεταφορών.

Ελάχιστοι αντιλαμβάνονται ότι η ναυτιλία αποτελεί, ίσως, τη μοναδική αναντικατάστατη δραστηριότητα στον πλανήτη. Χωρίς αυτή είναι αδύνατον να λειτουργήσει η παγκόσμια οικονομία.

Είναι καιρός, να αφυπνιστούμε και να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τη μεγάλη πρόκληση της ενημέρωσης της παγκόσμιας κοινής γνώμης για τα θέματα που μας απασχολούν.

Με το να ασχολούμαστε μόνο με την εκπόνηση εξειδικευμένων μελετών με στόχο να προβάλλουμε μέσω ψυχρών στατιστικών τον ρόλο και τη σημασία της ναυτιλίας, ή να πραγματοποιούμε ημερίδες και συνέδρια για να συζητάμε μεταξύ μας τους προβληματισμούς μας, η δημόσια εικόνα της ναυτιλίας δεν αλλάζει. Βρισκόμαστε πλέον στον 21ο αιώνα, η τεχνολογία και ιδιαίτερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προσφέρουν τη δυνατότητα να περαστούν μηνύματα με τη καταλυτική δύναμη της εικόνας, κυρίως στους νέους.

Ο κόσμος αρέσκεται να βλέπει χειροπιαστά πράγματα, δεν ασχολείται και, κυρίως, δεν πείθεται με τις στατιστικές. Όταν δε, παγκοσμίως έχει επικρατήσει να προβάλλονται από τα ΜΜΕ μόνον καταστροφές και αρνητικά γεγονότα, πως διαχειρίζεται αυτό το φαινόμενο; Πως μπορείς, για παράδειγμα, να αντιπαρατεθείς και να εξαλείψεις την αρνητική εικόνα του θαλασσίου περιβάλλοντος μετά από ένα σοβαρό ατύχημα δεξαμενοπλοίου, όσο και εάν αυτό είναι πλέον, ευτυχώς, σπάνιο γεγονός; Ένας και μόνον αποτελεσματικός τρόπος υπάρχει.

Να κατακλυστεί το διαδίκτυο με θετικές εικόνες που αφορούν τη διαχρονική ασφαλή λειτουργία δεκάδων χιλιάδων δεξαμενοπλοίων που έχουν μεταφέρει επί δεκαετίες, με ανταγωνιστικούς όρους, τον μαύρο χρυσό, προσφέροντας το αγαθό της επάρκειας στον τομέα της ενέργειας. Αν γνωρίζεις τι σημαίνει για την ίδια τη ζωή σου η λειτουργία των δεξαμενοπλοίων, δεν ξεσπαθώνεις αβασάνιστα εναντίον τους με αφορμή το όποιο δυσάρεστο περιστατικό.

Δεν θα συνεχίσει η κοινή γνώμη - τουλάχιστον με την ίδια ένταση- να πιέζει τους πολιτικούς που συνηθίζουν να θεσμοθετούν εκ του ασφαλούς επιβαρύνοντας υπέρμετρα την ανταγωνιστική λειτουργία της ναυτιλίας. Πολύ δε περισσότερο, όταν αντιληφθούν ότι μακροπρόθεσμα, μεγάλος χαμένος είναι πάντοτε ο ίδιος ο καταναλωτής που θα κληθεί να καλύψει την επιβάρυνση που επιφέρει στο κόστος της μεταφοράς του πετρελαίου η θεσμοθέτηση μέτρων που λαμβάνονται μόνο για να αποφευχθεί το πολιτικό κόστος.

Εμείς λοιπόν, που είμαστε, όπως όλοι λένε, ναυτικός λαός, εμείς που υπηρετούμε αλλά και ελέγχουμε, περίπου το ένα πέμπτο του παγκόσμιου θαλάσσιου μεταφορικού έργου, οφείλουμε να δείξουμε το δρόμο. Έχουμε τη δυνατότητα, να το κάνουμε, προβάλλοντας παράλληλα την ιστορία της νεότερης εμπορικής μας ναυτιλίας που, μεταξύ άλλων, δείχνει, πώς κατορθώσαμε από το μηδέν όχι μόνο να αναπτυχθούμε, αλλά και να γινόμαστε όλο και καλύτεροι μετά από καταστροφικούς πολέμους και μεγάλες κρίσεις. Και μάλιστα, χωρίς ιδιαίτερη κρατική μέριμνα και κυρίως, χωρίς επιδοτήσεις, σε αντίθεση με όλες τις άλλες ναυτικές δυνάμεις του κόσμου.

-Ποια ήταν η αφορμή για την ενασχόλησή σας με το ιστορικό κομμάτι;

Η μελέτη των δεδομένων που είχαν ως αποτέλεσμα να γνωρίσει η ναυτιλία μας την παγκόσμια καταξίωση, είναι κάτι που οραματίστηκα και άρχισα να ασχολούμαι το 1985, όταν επαγγελματική μου δραστηριότητα ήταν ακόμα ο εφοπλισμός.

Πιστεύω λοιπόν ότι έχει ενδιαφέρον να εξηγήσω, πως, μετεξελίχθηκα από εφοπλιστής σε ιστορικό ερευνητή, ή, όπως κάποιοι φίλοι μου αστειευόμενοι μου έχουν πεί, από δήμαρχος, κλητήρας. Είναι απλό. Η πρώτη μου επαγγελματική ιδιότητα δεν ήταν δική μου επιλογή, αντίθετα με τη δεύτερη, που ήταν καθαρά προσωπική.

Επιλογή μάλιστα, που όταν τελικά οριστικοποιήθηκε το 1991, αντιμετωπίστηκε αρνητικά από όλο το φιλικό και οικογενειακό μου περιβάλλον. Εκτός από έναν και μοναδικό άνθρωπο, ο οποίος μου προσέφερε τότε το ψυχολογικό σωσίβιο σε μια στιγμή που η αρνητική αντιμετώπιση της επιλογής μου είχε αρχίσει να μου προκαλεί συνειδησιακά προβλήματα.

Και αυτός δεν είναι άλλος από τον επί μισό αιώνα φίλο μου, καπετάν Νικόλα Σπύρου Λαιμό που μου προσέφερε σε εκείνη την κομβική στιγμή της ζωής μου την ηθική στήριξη που χρειαζόμουνα, αλλά και που δεν υπήρξε ούτε μία στιγμή από τότε που να αισθάνθηκα να με εγκαταλείπει σ΄αυτή την εξαιρετικά μοναχική πορεία. Γιατί οφείλω να σας πω, ότι η ζωή του ιστορικού ερευνητή είναι μεν γεμάτη από ικανοποιήσεις, αλλά και πάρα πολύ μοναχική.

Οι περισσότεροι γύρω σου, όσο και εάν εκτιμούν το έργο σου, ούτε ενδιαφέρονται, ούτε θέλουν να πλησιάσουν τον ιδιαίτερο κόσμο που είσαι υποχρεωμένος να ζείς, εάν φυσικά επιλέξεις να αντιμετωπίζεις αυτό το έργο ως λειτούργημα. Η δική μου επιλογή, από το 1991 τουλάχιστον που ασχολήθηκα πλέον σοβαρά, ήταν ακριβώς αυτή. Λειτούργημα. Δεν μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικά.

-Ποιο το βιωματικό υπόβαθρο και πως επηρέασε για την μετέπειτα ενασχόλησή σας;

Τη ναυτιλία τη γνώρισα από τα πρώτα βήματα τη ζωής μου. Είναι άρρηκτα συνδεδεμένη σχεδόν με κάθε τι που έχει καταγραφεί στη μνήμη μου από την παιδική ηλικία. Αν και οι οικογένειες τόσο του πατέρα μου, όσο και της μητέρας μου είχαν σημαντική παρουσία και σε άλλες δραστηριότητες, κυρίως στη βιομηχανία, οι ναυτιλιακές ρίζες ήταν πολύ βαθιές στο DNA μου.

Είναι εύκολο να το κατανοήσει κανείς, μόνο από το γεγονός ότι και οι τέσσερις προπαπούδες μου είχαν ενεργό συμμετοχή στην ατμήρη ναυτιλία, πριν από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.

Όταν λοιπόν ολοκληρώνοντας το γυμνάσιο, πήγα στην Αγγλία για να σπουδάσω ναυπηγός, χωρίς να είναι στην πραγματικότητα αυτό που επιθυμούσα -αρχιτέκτονας ήθελα να γίνω-–ακολουθούσα μοιρολοτρικά το δρόμο της ναυτιλίας.

Την ίδια στιγμή όμως, είχα απόλυτη συνείδηση ότι χάρη σ’ αυτήν, η οικογένειά μου είχε επί δεκαετίες προοδεύσει και ευημερήσει και ότι χάρη σ’αυτή ήμουν από τους προνομιούχους νέους που δεν τους είχε λείψει τίποτα. Και αυτό δεν ήταν τότε μικρή υπόθεση στην Ελλάδα που πάσχιζε να βρεί τον βηματισμό της μετά τον πόλεμο, αλλά και τον ακόμα πιό καταστροφικό εμφύλιο, στη διάρκεια του οποίου γεννήθηκα. Γιατί δύσκολα χρόνια και ανέχεια, βίωσαν και τότε οι Έλληνες.

Παρά λοιπόν το γεγονός ότι η ενασχόληση με τη ναυτιλία δεν υπήρξε αρχική επιλογή μου, ο σεβασμός απέναντι στη μακρόχρονη παρουσία της οικογένειάς μου στο χώρο αυτό με ενέπνευσε να προσπαθήσω από τα πρώτα κιόλας βήματα, όταν ξεκίνησα το 1972 να εργάζομαι στην επιχείρηση της οικογένειας της μητέρας μου, την Valmas Shipping, να λειτουργήσω διαφορετικά. Αποφάσισα να διαφοροποιηθώ ριζικά από τον ρόλο του γόνου ο οποίος κάθεται σε καρέκλες λόγω της οικογενειακής του καταγωγής.

Το γεγονός ότι η παρουσία της ελληνικής ποντοπόρου ναυτιλίας προκαλούσε όλο και περισσότερο το διεθνή θαυμασμό, με έκαναν να αισθάνομαι καθημερινά όλο και πιο ευτυχής σε ένα γάμο που δεν ήταν αποτέλεσμα έρωτα αλλά συνοικεσίου.

Φρόντισα δε παράλληλα να συναναστρέφομαι, να συζητώ και να διδάσκομαι από τις επαφές μου με αρκετούς ανθρώπους του χώρου, γεγονός που τελικά μου έδωσε το ερέθισμα να ασχοληθώ σοβαρά με τα ναυτιλιακά κοινά.

Έτσι, τον Ιανουάριο του 1982 εκλέχθηκα μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών, όταν πλέον ήμουν ο δεύτερος τη τάξει μέτοχος μιας νέας ναυτιλιακής εταιρείας, της Seastar Navigation, που είχε δημιουργηθεί εκτός οικογενειακού περιβάλλοντος.

-Ποια η αιτία;

Αυτό που είχε ήδη σηματοδοτήσει την απόφασή μου να ασχοληθώ, έστω και ερασιτεχνικά, με τη διερεύνηση της ιστορίας του σύγχρονου εφοπλισμού, υπήρξε η διαπίστωση ότι η δραστηριότητά του είχε επιδερμικά και μόνον καταγραφεί. Αναφέρομαι δε σε εφοπλισμό, και όχι ναυτιλία, γιατί θεωρώ ότι στη χώρα μας τουλάχιστον, ο εφοπλισμός και ιδιαίτερα ο παραδοσιακός, αποτελεί τη μετεξέλιξη του ίδιου του ναυτικού. Γνώριζα ότι πολλά ιστορικά ντοκουμέντα και αρχεία είχαν καταστραφεί στην πορεία του χρόνου, μεταξύ αυτών ένα μεγάλο μέρος του αρχείου της Ενώσεως Εφοπλιστών, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται κάθε απόπειρα συγγραφής σοβαρού έργου. Από την άλλη πλευρά, οι πολλές ιδιαιτερότητες της ναυτιλίας, η εσωστρέφεια και η μυστικοπάθεια που χαρακτηρίζει τους περισσότερους Έλληνες εφοπλιστές, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο έχει διαχρονικά εξελιχθεί και λειτουργήσει ανταγωνιστικά η ναυτιλία στο διεθνή χώρο, διαφέρει διαμετρικά με όσα συμβαίνουν στη χώρα μας.

-Ποιο είναι το κρίσιμο στοιχείο που βάρυνε στην απόφασή σας;

Ήταν και είναι, κατά την άποψή μου, σχεδόν αδύνατον σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουν εκ των έσω τη ναυτιλία, όση μόρφωση και εάν διαθέτουν, να μελετήσουν, να αξιολογήσουν και ακολούθως να εξιστορήσουν με ακρίβεια οτιδήποτε αφορά το έργο της ποντοπόρου ναυτιλίας και κυρίως, την προσωπικότητα και τα επιτεύγματα των ανθρώπων της στο διεθνή στίβο. Δεν είναι τυχαίο ότι όσοι έχουν μέχρι σήμερα επιτύχει να καταγράψουν με ιστορική ακρίβεια πτυχές της σύγχρονης ναυτιλιακής μας ιστορίας, άνθρωποι όπως οι αείμνηστοι Ανδρέας Λαιμός και καπετάν Τάσος Τζαμτζής, αλλά και ο φίλος μου Ματθαίος Δημητρίου Λως, βίωσαν εκ των έσω τη λειτουργία της ναυτιλίας.

Όπως τη βίωσε και ο αείμνηστος Μήτσος Κωττάκης, ο ιδρυτής και εκδότης των “Ναυτικών Χρονικών” που δεν υπήρξε μεν εφοπλιστής ή ναυτικός, αλλά γνώρισε όσο ελάχιστοι τη λειτουργία του κλάδου, παρακολουθώντας και συχνά επηρεάζοντας την πορεία σημαντικών Ελλήνων εφοπλιστών, ενώ συμμετείχε επί δεκαετίες στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου της Ενώσεως Εφοπλιστών, διαμορφώνοντας με αυτό τον τρόπο τη δική του γνώμη και όχι ακούγοντας εξιστορήσεις οι οποίες τείνουν να ωραιοποιούν τα γεγονότα, ακόμα και τα δυσάρεστα.

Υπεύθυνα δε μπορώ να σας πω, ότι αρκετά από αυτά που κατά καιρούς έχουν αφηγηθεί οι ίδιοι οι άνθρωποι της ναυτιλίας, πόρω απέχουν από την πραγματικότητα. Το τι έχει διηγηθεί ο παππούς εφοπλιστής στον γιό ή στον εγγονό του και ο τελευταίος το αναφέρει σε κάποια συζήτηση ή συνέντευξη, δεν μπορεί να εκλαμβάνεται σοβαρά ως ιστορική ακρίβεια, εκτός εάν διασταυρώνεται από πραγματικά γεγονότα που έχουν καταγραφεί σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής, ή απεικονίζεται πέρα από κάθε αμφιβολία σε ντοκουμέντα, έγγραφα ή φωτογραφικά.

Ο ιστορικός της ναυτιλίας οφείλει να γνωρίζει και να λαμβάνει υπόψη, το τι συνέβαινε σε κάθε εποχή προτού αξιολογήσει το συνολικό έργο ή κάποιο συγκεκριμένο επίτευγμα ενός εφοπλιστή.

Και ασφαλώς, προτού αναφερθούμε με πομπώδεις χαρακτηρισμούς σε κάποιον που τυχόν σήμερα δικαιολογημένα εντυπωσιάζει με τα επιτεύγματά του, οφείλουμε από στοιχειώδη σεβασμό απέναντι στους πάρα πολλούς που προηγήθηκαν από εμάς, διακρίθηκαν, και έθεσαν τα θεμέλια για τη δημιουργία της μεγάλης ναυτιλίας των Ελλήνων, να είμαστε φειδωλοί και συγκρατημένοι.

Αναφορές του τύπου “Νέος Ωνάσης” είναι πολλές φορές παρακινδυνευμένες, για να μην πω επιπόλαιες. Γιατί η διάρκεια είναι αυτό που χαρακτηρίζει τους πραγματικά μεγάλους εφοπλιστές μαζί με την ικανότητα του καθενός να εμπνεύσει τους διαδόχους του να ακολουθήσουν και να διευρύνουν το έργο του.

Με αυτές τις αρχές και τα πιστεύω οραματίστηκα και έταξα στον εαυτό μου να ασχοληθώ και να επιχειρήσω να καταγράψω την ιστορική διαδρομή των Ελλήνων στη ναυτιλία.

Δεν με προβλημάτιζε το γεγονός ότι θα υπήρχαν και αρνητικές πτυχές στα όσα η έρευνά μου θα ανακάλυπτε, γιατί ήμουν αποφασισμένος εκ των προτέρων, να λειτουργήσω ως ιστορικός και όχι ως αγιογράφος.

Από την άλλη πλευρά, είχα τη βεβαιότητα ότι η όποια σύγκριση μεταξύ των θετικών και των αρνητικών, θα έκλινε πάντοτε υπέρ της θετικής πλευράς και αυτό με τον απλό συλλογισμό ότι τόσο το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, όσο και οι διεθνείς ναυλωτές ήταν αδύνατον να στηρίζουν διαχρονικά κακούς επιχειρηματίες, όπως ήθελαν να εμφανίζουν τα περισσότερα ΜΜΕ τους Έλληνες εφοπλιστές, σε άλλες εποχές.

-Ποιο το κίνητρο;

Ιδιαίτερο κίνητρο αποτέλεσε επίσης το γεγονός ότι θεωρούσα ανεπίτρεπτο να αφήνουμε να εξαφανίζονται στη λήθη του χρόνου οι μνήμες από σπουδαίες πορείες ανθρώπων στα επιτεύγματα των οποίων εδράστηκε το οικοδόμημα της ναυτιλίας μας.

Στην προσπάθειά μου αυτή, είχα την τύχη να έχω ένα μεγάλο μέντορα και δάσκαλο, τον αείμνηστο νομικό Γιώργο Δανιόλο, ο οποίος μου αφιέρωσε πάρα πολλές ώρες από τη ζωή του για να καταγράψει στο σκληρό δίσκο της μνήμης μου ανεκτίμητες πληροφορίες γύρω από την ιστορία της Ενώσεως Εφοπλιστών την οποία γνώριζε καλύτερα από οιονδήποτε εν ζωή άνθρωπο χάρη στην ενασχόλησή του με τα δρώμενα του σωματείου από το 1924 μέχρι το θάνατό του το 1994. Του οφείλω αμέριστη ευγνωμοσύνη.

Έτσι ξεκίνησε με αργούς αλλά σταθερούς ρυθμούς η επαφή μου με έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο, αυτόν της ιστορίας. Ο οποίος όμως, σύντομα έμελλε να κυριαρχήσει στη ζωή μου ως φυσικό επακόλουθο της μέχρι τότε διαδρομής μου στα ναυτιλιακά κοινά.

Γιατί σε όσους με συναναστρέφονταν τότε, ήταν ηλίου φαεινότερο ότι ο περισσότερος χρόνος μου ήταν αφιερωμένος σε αυτά, παρά στην ίδια μου την επιχείρηση.

-Ποια η αφορμή;

Από τις αρχές του 1990, συλλέγοντας και καταγράφοντας στοιχεία γύρω από την ιστορική εξέλιξη της Ενώσεως Εφοπλιστών με τη συμπαράσταση του Γεωργίου Δανιόλου αλλά και του διευθυντή της Στράτου Ξυνού, και ενώ συνεργάτες μου επιθεωρούσαν πλοία τα οποία με ενδιέφεραν να αγοράσω για να ξεκινήσω μια νέα αυτόνομη πλέον διαδρομή στο χώρο του εφοπλισμού, έτυχε να βρεθεί τυχαία μπροστά μου κάτι που δεν χρειάστηκε πολύ για να αποφασίσω να το αποκτήσω. Είχε το όνομα ενός ιστορικού για την ελληνική ναυτιλία πλοίου, ΑΡΓΩ, όμως δεν ήταν πλοίο, αλλά περιοδικό.

Το ενδεχόμενο της απόκτησής του, και μαζί του πολύτιμου για κάθε ιστορικό ερευνητή αρχείου του, δεν επέτρεψε δεύτερες σκέψεις και έτσι με συνοπτικές διαδικασίες η διαδρομή της ζωής μου άλλαξε ξαφνικά και οριστικά γιατί απλά μαζί με την αγορά του περιοδικού γεννήθηκε γρήγορα μέσα μου ένας δυνατός έρωτας για την ιστορική έρευνα που από τότε όχι μόνο δεν σβήνει αλλά αναζωπυρώνεται με κάθε ευκαιρία. Είχα βρεί τον πραγματικό προορισμό της ζωής μου, ίσως με κάποια σχετική καθυστέρηση, γιατί αυτό έγινε στα 42 μου χρόνια.

Ωστόσο, στην πορεία διαπίστωσα ότι τίποτα από το παρελθόν δεν είχε πάει χαμένο. Όλη η προηγούμενη διαδρομή μου, τόσο οι σπουδές μου στη ναυπηγική όσο και η θητεία μου στον εφοπλιστικό στίβο και στα ναυτιλιακά κοινά, δεν ήταν τίποτα περισσότερο, αλλά και τίποτα λιγότερο, από ένα ανεπανάληπτο -από πάσης πλευράς- αναγκαίο σεμινάριο.

Αναγκαίο, γιατί χάρη σε αυτή τη διαδρομή και μόνο τολμώ να ισχυρίζομαι ότι είμαι σε θέση να ερευνώ και να καταγράφω με ακρίβεια κάθε τι που αφορά τις πτυχές του έργου της εμπορικής ναυτιλίας. Ανεπανάληπτο, γιατί πως μπορεί κανείς να ζήσει ξανά την εμπειρία να καθίσει στο τραπέζι του διοικητικού συμβουλίου της Ενώσεως Εφοπλιστών και να εμπνευστεί από τη λειτουργία της Ενώσεως αλλά και από προσωπικά βιώματα δίπλα σε μεγάλα ονόματα του εφοπλισμού. Έτσι ακριβώς ξεκίνησε η περιπέτειά μου σε ένα χώρο που οι ίδιοι οι στόχοι μου τον έκαναν δύσκολο και απαιτητικό.

-Έχετε παρουσιάσει και ένα πλούσιο συγγραφικό έργο περί τη ναυτιλία. Γιατί διαλέξατε το διαδίκτυο;Greek Shipping Miracle

Στην πορεία των επομένων 25 ετών, ασχολήθηκα συστηματικά, τόσο με την έκδοση του ΑΡΓΩ, όσο και με τη διαρκή συλλογή αρχειακού και φωτογραφικού υλικού, καθώς και με τη συγκρότηση μεγάλης βιβλιοθήκης, με σκοπό την αρτιότερη εκτέλεση του έργου μου. Τα 30 περίπου βιβλία που έχω μέχρι σήμερα συγγράψει και εκδώσει, με πρόσφατο αποκορύφωμα την ιστορία των 100 ετών της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών, υπήρξαν η υλοποίηση ενός συγκεκριμένου σχεδίου που είχε στόχο την εξαγωγή τεκμηριωμένων στοιχείων, μέσω των οποίων μπορεί να προβληθεί με αξιοπιστία το έργο της ναυτιλίας των Ελλήνων.

Για την αποτελεσματική προβολή των ευρημάτων μας, επιλέξαμε όπως προανέφερα το διαδίκτυο, τον πλέον σύγχρονο και αποτελεσματικό τρόπο προβολής σε παγκόσμια κλίμακα με ιδιαίτερη απήχηση στις νέες γενιές στις οποίες πιστεύουμε αξίζει να εστιάσουμε την προσοχή μας. Έτσι, μετά από συστηματική προετοιμασία που διήρκεσε τρία χρόνια, ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2014 τη λειτουργία του το διαδικτυακό μουσείο Greek Shipping Miracle, ένας ιστότοπος που φιλοδοξεί να ενσωματώσει δεκάδες χιλιάδες εικόνες φωτογραφικού και αρχειακού υλικού.

Το μουσείο, που υλοποιήθηκε χάρη στη στήριξη περισσότερων από είκοσι υποστηρικτών οι οποίοι εκπροσωπούν ναυτιλιακούς ομίλους με σημαντική όσο και μακρόχρονη παρουσία στο ναυτιλιακό χώρο -και στους οποίους εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου- παρουσιάζει σε λιγότερο από τρία χρόνια λειτουργίας, εξαιρετικά ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Κύριο χαρακτηριστικό, οι μέχρι σήμερα επισκέψεις από 159 χώρες καθώς και η σημαντική παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ιδιαίτερα στο Facebook με 65000 περίπου followers.

Η μακροχρόνια έρευνα της σύγχρονης ναυτιλιακής μας ιστορίας, πέρα από τα εξαιρετικού ενδιαφέροντος στοιχεία, μου αποκάλυψε και ένα σπουδαίο θησαυρό. Την ύπαρξη μιας άλλης Ελλάδας, της Ελλάδας της ναυτιλίας. Ο κόσμος της ναυτιλίας στο σύνολό του, έχει κατά τον τελευταίο ενάμισι αιώνα λειτουργήσει ως πραγματικός ηγέτης αλλά και πρεσβευτής της χώρας μας αναδεικνύοντας και προβάλλοντας όπου γής τα πλεονεκτήματα του Έθνους μας. Αυτή η ναυτιλία όμως, είναι ουσιαστικά άγνωστη στον τόπο μας, ενώ η σύνδεσή της με την εθνική οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο.

-Ελλάδα, ναυτιλία ,εικόνα, δύναμη και «μνημόνιο». Τι έχετε να πείτε με αφορμή αυτές τις» πέντε λέξεις»;

Όπως είχε πεί ο αείμνηστος Γεώργιος Παπανδρέου, στην ιστορική ομιλία του στο πρώτο ναυτιλιακό συνέδριο το 1964, το μεγάλο στοίχημα για τη χώρα μας ήταν να χωρέσει μια υπερανάπτυκτος ναυτιλία στην Ελλάδα. Αυτό εξακολουθεί να ισχύει κι σήμερα.

Πως μπορεί όμως να χωρέσει στην ελληνική πραγματικότητα μια τόσο εξωστρεφής δραστηριότητα της οποίας οι φορείς συνήθισαν να ανταγωνίζονται χωρίς φόβο, αλλά με πολύ πάθος, στο διεθνή στίβο; Πως μπορεί να ενσωματωθεί η ανάπτυξή της σε μια κοινωνία στην οποία έχουν κυριαρχήσει ο διχασμός, ή έλλειψη σεβασμού στους νόμους και, κυρίως, απέναντι στο συνάνθρωπό μας; Πως μπορεί να λειτουργήσει κανείς με θετική ψυχολογία και όραμα σε έναν τόπο όπου ο πλούτος δαιμονοποιείται ως ασυγχώρητο αμάρτημα; Επί πόσο μπορεί να αντέξει κανείς να ζεί και να δημιουργεί σε μια χώρα που επιμένει να χωρίζει ταξικά τους πολίτες της, αντί να τους εμπνέει, να τους παρακινεί και να τους στηρίζει στην προσπάθειά τους να μιμηθούν αυτούς που εργάζονται σκληρά και πετυχαίνουν πολλά και σημαντικά εκτός Επικράτειας, χωρίς τα δεκανίκια του κράτους;

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι Έλληνες πρέπει να αισθανόμαστε ιδιαίτερα ευτυχείς για το γεγονός ότι η ναυτιλία εξακολουθεί ακόμα να λειτουργεί και να θεωρείται ως βασικός πυλώνας της οικονομίας της χώρας μας. Και βέβαια, αυτό οφείλεται στη συνταγματικά κατοχυρωμένη ισχύ ενός πρωτοποριακού θεσμικού πλαισίου, το οποίο, ευτυχώς για τον τόπο, σεβάστηκαν όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις.

Και μια και αναφέρθηκα σε κυβερνήσεις, οφείλω να εξομολογηθώ πόσο με ενοχλεί να ακούω ότι ο εφοπλισμός ανήκει ή υπηρετεί την άλφα ή βήτα πολιτική παράταξη ή κυβέρνηση. Η ναυτιλία είναι εθνικό κεφάλαιο που ανήκει στην Ελλάδα και σε όλους τους Έλληνες. Υπήρξε και παραμένει σε μεγάλο βαθμό, γέννημα-θρέμμα του ναυτικού κόσμου της Ελλάδας. Οι Έλληνες της ναυτιλίας με το έργο τους προσθέτουν στο εθνικό οικοδόμημα, δεν κοιτούσαν ποτέ τις παρατάξεις ή τα κόμματα που είναι άλλωστε βέβαιο ότι έρχονται και παρέρχονται, όπως οι ανακάμψεις και οι κρίσεις στη ναυλαγορά.

Για να είμαι βέβαια απόλυτα ακριβής με την ιστορία, η ναυτιλία συσπειρώθηκε σε μεγάλο βαθμό για να στηρίξει την ανέλιξη ενός χαρισματικού Έλληνα πολιτικού. Ενός μεγάλου εθνικού ηγέτη που οφείλει πολλά στην εμπορική ναυτιλία και, κυρίως, στους εφοπλιστές.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήρθε από την Κρήτη το 1910, ίδρυσε ένα κόμμα –των Φιλελευθέρων- με σήμα του την άγκυρα, έχοντας στο πλευρό του τους σημαντικότερους τότε εφοπλιστές, που στην πορεία έδωσαν αγώνες και πολλά χρήματα για να στηρίξουν την επικράτησή του, ιδιαίτερα κατά τον σχηματισμό της Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης.

Είναι δε απορίας άξιον, γιατί όλα αυτά δεν έχουν απασχολήσει σε βάθος τους Έλληνες ιστορικούς. Όπως κανείς δεν έχει αναφερθεί στον κομβικό ρόλο της ναυτιλίας και του εφοπλισμού για να εξασφαλιστεί η λειτουργία της απόδημης κυβέρνησης Τσουδερού στο Κάιρο στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Εάν δεν το γνωρίζετε, η κυβέρνηση τότε, καρπώθηκε ποσό γύρω στα 14 εκατομμύρια λίρες από τα χρήματα που κατέβαλαν οι Βρεταννοί για τη μαζική ναύλωση του ελληνικού στόλου μετά την εισβολή των Γερμανών στην Αθήνα.

Η εμπορική ναυτιλία στάθηκε με αποφασιστικότητα στο πλευρό της εκάστοτε κυβέρνησης του τόπου, σε κάθε ιστορική συγκυρία. Όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής προσπαθούσε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 να προσελκύσει στο εθνικό νηολόγιο τον ελληνόκτητο στόλο που είχε δημιουργηθεί μεταπολεμικά στη διασπορά και αυτό χωρίς την παραμικρή κρατική συνδρομή, είχε ξεκάθαρους στόχους.

Τον ενδιέφερε πρωτίστως, όπως χαρακτηριστικά έλεγε τότε, το κύρος που θα αποκτούσε η μικρή μας χώρα μας εάν ο μεγάλος στόλος των Ελλήνων ύψωνε την ελληνική σημαία.

Χρειάστηκε να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους Έλληνες εφοπλιστές που είχαν τότε καταπλήξει το διεθνές στερέωμα με τις επιδόσεις τους, να έλθουν να επενδύσουν και στη χερσαία οικονομία - και το κατόρθωσε. Ήταν ακριβώς αυτό που χρειάζονταν τότε η χώρα, οι μεγάλες επενδύσεις. Αυτό υπήρξε το μεγάλο του όπλο στην προσπάθεια να επιτύχει την συμφωνία ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή οικογένεια, κάτι πού έγινε το 1961 με την υπογραφή της σχετικής σύμβασης.

Θυμάται όμως κανείς, ποιές ήταν τότε οι προϋποθέσεις, για να γίνει αποδεκτό ένα νέο μέλος στην Ηνωμένη Ευρώπη; Να σημειώνει το υποψήφιο κράτος ραγδαίους ρυθμούς ανάπτυξης. Τι είχε λοιπόν συμβάλλει καταλυτικά ώστε να έχουμε τότε ραγδαίους ρυθμούς ανάπτυξης; Η δυναμική ανάπτυξη το εθνικού νηολογίου, η αποφασιστική αξιοποίηση του νησιωτικού τουρισμού με άξονα την κρουαζιέρα, η Ολυμπιακή Αεροπορία του Ωνάση, τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και τα Διυλιστήρια του Νιάρχου, οι Τράπεζες, οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις επιπέδου Χίλτον και τα βιομηχανικά συγκροτήματα του Ανδρεάδη και άλλες πολλές επενδύσεις ανθρώπων της ναυτιλίας. Χωρίς αυτές δεν θα είχαμε γίνει δεκτοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η ναυτιλία είναι ένα τεράστιο, αλλά ανεκμετάλλευτο όπλο. Και όταν η πατρίδα μας βιώνει την τραγωδία της πιο δραματικής συρρίκνωσης σε πολλούς τομείς, σε χρόνια ειρήνης, είναι εγκληματικό να παραμένουν βασικά όπλα μας άσφαιρα από αβελτηρία ή ακόμα και φθόνο.

Η εμπορική μας ναυτιλία έχει τη δυνατότητα να μας φέρει πολύ κοντά σε πολλούς λαούς του κόσμου, ότι το πολυτιμότερο για την Ελλάδα σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς.

Έχουμε όμως κάνει τίποτα γι αυτό; Έχουμε άραγε υπενθυμίσει στους Ιάπωνες, ότι από το 1952 μέχρι σήμερα οι Έλληνες ναυπήγησαν στη χώρα τους, κατά μέσον όρο, ένα πλοίο κάθε δύο εβδομάδες; Γνωρίζουν οι Κορεάτες, ότι η δημιουργία της κολοσσιαίας ναυπηγικής τους βιομηχανίας, όχι μόνο στηρίχθηκε αποφασιστικά από τους Έλληνες, αλλά και ουσιαστικά ξεκίνησε το 1974 με την παραγγελία ενός VLCC από τον Γιώργο Σταύρου Λιβανό; Έχουν συνειδητοποιήσει οι Κινέζοι ότι η ναυπηγική τους βιομηχανία γιγαντώθηκε κυρίως χάρη στις παραγγελίες των Ελλήνων;

Θυμούνται οι Γερμανοί, ότι τις εποχές που βίωσαν μεταπολεμικά την ίδια φτώχεια που ζεί σήμερα ο λαός μας, ο Ωνάσης και άλλοι Έλληνες εφοπλιστές συνέβαλαν καθοριστικά με τις παραγγελίες τους στην ανασυγκρότηση των ισοπεδωμένων από τους βομβαρδισμούς ναυπηγείων τους; Γνωρίζουν άραγε, ότι άνεργοι Γερμανοί ναυτικοί εργάστηκαν σε ελληνόκτητα πλοία μέχρι και το 1958;

Γνωρίζουν οι σύμμαχοί μας Αμερικανοί -στους οποίους είμαστε πάντοτε ευγνώμονες για τη μαζική πώληση των 100 Λίμπερτυ- ότι Έλληνες εφοπλιστές προχώρησαν στην κατασκευή 46 μεγάλων δεξαμενοπλοίων σε αμερικανικά ναυπηγεία από το 1948 μέχρι το 1960, συμβάλλοντας στη διατήρησή τους σε λειτουργία, γεγονός που αποδείχτηκε ανεκτίμητο στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου; Έχουν αντιληφθεί πόσο καταλυτικός υπήρξε ο ρόλος της ναυτιλίας των Ελλήνων στην ανάδειξη και εδραίωση του αμερικανικού νηογνώμονα, του ΑBS, στις κορυφαίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης;

Όλα τα παραπάνω, όπως και πολλά άλλα παραδείγματα, συνθέτουν το μεγαλείο της διαχρονικής προσφοράς της ναυτιλίας μας στη διεθνή οικονομία και στην ευημερία των λαών του κόσμου. Δείχνουν πόσο αναγκαίο είναι να καταστεί –επιτέλους- η εμπορική ναυτιλία αιχμή του δόρατος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Και συγχρόνως, να περάσουμε ένα σπουδαίο μήνυμα σε όλους τους λαούς της γης. Ότι η ναυτιλία, μπορεί να χαράξει το δρόμο της φιλίας και της δημιουργικής συνεργασίας των λαών, ανεξάρτητα των όποιων μεταξύ τους διαφορών.

Ένα μήνυμα που προσλαμβάνει εξαιρετικό ενδιαφέρον και σημασία στην ταραγμένη εποχή που ζούμε.

Στο υπερπόντιο πλέον ταξίδι του Greek Shipping Miracle που συμπεριλαμβάνει και τη διεθνή ναυτιλία, εύχομαι και ελπίζω να έχουμε κοντά μας όλη τη ναυτιλία. Το έργο της ναυτιλίας δεν είναι δικό μου, ανήκει σε όλους μας. Είναι ο καθρέφτης μιας άλλης Ελλάδας, αυτής της προόδου και της πρωτοπορίας. Ας δείξουμε λοιπόν στον κόσμο τι σημαίνει δημιουργική Ελλάδα.

Από την άλλη πλευρά, δράττομαι της ευκαιρίας να προσθέσω κάτι που πιστεύω ακράδαντα. Ότι τυχόν υιοθέτηση της νοοτροπίας που χαρακτηρίζει τη διεθνή λειτουργία της ναυτιλίας μας, είναι το αποτελεσματικότερο “μνημόνιο” για την πρόοδο της χώρας μας. Ιδού η πρόκληση.

 

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

 

 

Περισσότερα νέα

News In English

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εγγραφή NewsLetter