Σαβ04202024

Last updateΔευ, 01 Ιουλ 2024 7am

Ισοζύγιο Πληρωμών Ιανουάριος - Μάρτιος 2017

greece economy 90

Το Ισοζύγιο Πληρωμών της Ελλάδος, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Μαρτίου 2017, ακολουθεί αρνητική πορεία.

Το έλλειμμα του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών, κατά το τρίμηνο του 2017 αυξήθηκε σε -2.531,8 εκατ. €, έναντι ελλείμματος -2.371,9 εκατ. € του αντιστοίχου τριμήνου του 2016 (+7%).

Επί μηνιαίας βάσεως το έλλειμμα αυξήθηκε τον Μάρτιο 2017 σε -1.323,9 εκατ. €, έναντι ελλείμματος -772,4 εκατ. € του Μαρτίου 2016 (+71%).

Επισημαίνεται ότι το συνολικό έλλειμμα του έτους 2016 ανήλθε σε -1.103,9 εκατ. €, έναντι πλεονάσματος 205,8 εκατ. € του προηγουμένου έτους 2015.

Οι δυσμενείς αυτές εξελίξεις οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Εθνική μας Οικονομία ακολουθεί πτωτική πορεία, η ανταγωνιστικότητα φθίνει και διατηρούνται οι συνθήκες αυξήσεως του Δημοσίου Χρέους και παρατάσεως της υψηλής ανεργίας.

Το έλλειμμα του Ισοζυγίου Αγαθών και Υπηρεσιών (Εμπορικό Ισοζύγιο και Ισοζύγιο Αδήλων Συναλλαγών), εμφανίζει κατά το τρίμηνο αύξηση και ανέρχεται σε -3.995,1 εκατ. € από -3.401,6 εκατ. € του τριμήνου 2016 (+17%).

Το Ισοζύγιο Αγαθών (Εμπορικό Ισοζύγιο) παρουσιάζει επίσης αυξημένο έλλειμμα, το οποίο ανέρχεται σε -5.055,3 εκατ. € από -4.117,1 εκατ. € του αντιστοίχου τριμήνου του προηγουμένου έτους (+23%).

Η αύξηση του ελλείμματος του Εμπορικού Ισοζυγίου αποδίδεται στην σημαντική αύξηση των εισαγωγών αγαθών (+2.108,0 εκατ. €) παρά την αξιόλογη αύξηση των εξαγωγών αγαθών (+1.169,7 εκατ. €), η οποία αποδίδεται κυρίως στην αύξηση των εξαγωγών καυσίμων (+796,9 εκατ. €).

Οι συνολικές Εξαγωγές Αγαθών αυξήθηκαν σε 6.711,1 εκατ. € από 5.541,4εκατ.€ του τριμήνου 2016 (+21%). Η αύξηση αυτή αποδίδεται κυρίως στην αύξηση των εξαγωγών καυσίμων, που αυξήθηκαν σε 1.974,3 εκατ. € από 1.177,4 εκατ. € (+68%).

Οι Εξαγωγές Αγαθών, χωρίς καύσιμα και πλοία, παρουσίασαν επίσης αύξηση κατά 8% και ανήλθαν σε 4.680,0 εκατ. € από 4.342,7 εκατ. € του αντιστοίχου τριμήνου 2016.

Οι συνολικές Εισαγωγές Αγαθών παρουσίασαν σημαντική αύξηση κατά 22% και ανήλθαν σε 11.766,5 εκατ. € από 9.658,5 εκατ. €. Η αύξηση αυτή αποδίδεται στην σημαντική αύξηση της εισαγωγής καυσίμων (89%), η οποία ανήλθε σε 3.272,4 εκατ. € από 1.735,9 εκατ. €. Αύξηση όμως παρουσίασαν και οι Εισαγωγές Αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία, οι οποίες ανήλθαν σε 8.383,1 εκατ. € από 7.814,6 εκατ. € (+7%).

Οι πραγματοποιηθείσες εξαγωγές του τριμήνου (6.711,1 εκατ. €) καλύπτουν το 57,0% των πραγματοποιηθεισών εισαγωγών της ιδίας περιόδου (11.766,5 εκατ. €), ενώ
οι εξαγωγές των καυσίμων της αντιστοίχου περιόδου (1.974,3 εκατ. €), αποτελούν το 29% του συνόλου των εξαγωγών (6.711,1 εκατ. €).

Το Ισοζύγιο των Καυσίμων εμφανίζει αυξημένο έλλειμμα -1.298,2 εκατ. € από -558,5 εκατ. € (132%), λόγω σημαντικής αυξήσεως της εισαγωγής καυσίμων (89%).
Το Ισοζύγιο Πλοίων εμφανίζει μειωμένο έλλειμμα -54,0 εκατ. € από -86,8 εκατ.€ (38%), λόγω μειωμένων πωλήσεων πλοίων 56,9 εκατ. € και επίσης χαμηλών αγορών 110,9 εκατ. € κατά το τρίμηνο 2017.

Οι Εισπράξεις από τον Τουρισμό παρουσιάζουν οριακή κάμψη και περιορίζονται σε 513,2 εκατ. € από 539,1 εκατ. €. Επίσης οριακή μείωση παρουσιάζεται και κατά τον μήνα Μάρτιο, που οι εισπράξεις περιορίζονται σε 203,3 εκατ. € από 220,6 εκατ. € του Μαρτίου 2016.

Παρά το γεγονός ότι είναι σχετικά ενωρίς για την εξαγωγή συμπερασμάτων, διαπιστούται ότι οι Τουριστικές Εισπράξεις δεν ακολουθούν την πορεία αυξήσεως του αριθμού των ξένων τουριστών και εμφανίζουν πτωτική τάση.

Αυτό αποδεικνύει, για μια ακόμη φορά την έλλειψη της κατάλληλης τουριστικής πολιτικής, η οποία αδυνατεί να αξιοποιήσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η χώρα μας στον τομέα της τουριστικής βιομηχανίας, και δεν ωφελείται της γεωπολιτικής συγκυρίας, η οποία ευνοεί ιδιαζόντως την Ελλάδα.

Οι Εισπράξεις από Μεταφορές, μετά από μία μακρά πτωτική πορεία, εμφανίζουν κατά το τρίμηνο αύξηση κατά 18% και ανέρχονται σε 2.014,7 εκατ. € από 1.708,5 εκατ.€ του αντιστοίχου τριμήνου 2016.

Η σημαντική αυτή αύξηση αποδίδεται στην ανατρεπτική πορεία των εισπράξεων από τις Θαλάσσιες Μεταφορές, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 18% και ανήλθαν σε 1.630,8εκατ. € από 1.376,5 εκατ. € του τριμήνου 2016. Τον μήνα όμως Μάρτιο εμφανίζεται μείωση του Ναυτιλιακού Συναλλάγματος, το οποίο περιορίζεται σε 500,9εκατ. € από 931,4 εκατ. € του αντιστοίχου μηνός του προηγούμενου έτους (-46%).

Επισημαίνεται ότι οι εισπράξεις το τρίμηνο των ετών 2015 και 2014 ανήρχοντο αντιστοίχως σε 2.780,2 εκατ. € και 2.834,9 εκατ. €, παρά την έντονη ναυτιλιακή κρίση.

Επίσης οι συνολικές εισπράξεις από Θαλάσσιες Μεταφορές το 2016 περιορίσθηκαν σε 5.796,2 εκατ. €, έναντι αντιστοίχων εισπράξεων 8.136,8 εκατ. € και 11.448,7 εκατ. € κατά τα έτη 2015 και 2014.

Αυξημένο έλλειμμα παρουσιάζει επίσης και το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών και Κεφαλαίων, το οποίο κατά το τρίμηνο αυξήθηκε σε -2.296,2 εκατ. € από 1.683,0εκατ. € του αντιστοίχου του 2016 (+36%).

Τέλος, όσον αφορά στις Άμεσες Επενδύσεις του Εξωτερικού, εξακολουθεί η ανησυχητική παρατεταμένη επενδυτική άπνοια, και εξελίσσονται αρνητικά (-265,1εκατ.€), έναντι 378,0 εκατ. € του τριμήνου 2016, λαμβανομένου υπόψη ότι, κατά το τρίμηνο 2017, οι απαιτήσεις ανήλθαν σε 812,7 εκατ. € και οι υποχρεώσεις σε 1.077,8εκατ. €.

Η ρευστότητα της πολιτικής καταστάσεως, η αδυναμία του χρηματοπιστωτικού συστήματος να χρηματοδοτήσει την οικονομία, η δυσβάστακτη φορολογία και η οικονομική αβεβαιότητα, που ενισχύθηκε από την καθυστέρηση της δεύτερης αξιολογήσεως, σε συνδυασμό με τις κυβερνητικής ιδεοληψίες και την απουσία ενός Εθνικού προγράμματος για την Ανάπτυξη της Χώρας, λειτουργούν αποτρεπτικά στην προσέλκυση των επενδύσεων.

Β. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ

Η πορεία της Εθνικής μας Οικονομίας δεν εξελίσσεται ικανοποιητικά, και δεν εμφανίζονται στοιχεία, που να δικαιολογούν την αισιοδοξία ότι η πολυπόθητη ανάπτυξη έρχεται.

Η πορεία του Ισοζυγίου των Πληρωμών είναι ανησυχητική και τα ελλείμματα εμφανίζουν αύξηση.

Το διευρυνόμενο έλλειμμα του Εμπορικού Ισοζυγίου αποκαλύπτει τις αδυναμίες της Εθνικής μας Οικονομίας και την έλλειψη ανταγωνιστικότητος.

Η συνεχής μείωση των διαθεσίμων εισοδημάτων προκαλεί μείωση της ιδιωτικής καταναλώσεως και επαυξάνει τα ληξιπρόθεσμα χρέη. Η υπερβολικά υψηλή φορολογία των επιχειρήσεων πλήττει την ανταγωνιστικότητα και δρα ανασταλτικά στην πραγματοποίηση των επενδύσεων και τον εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων.

Η Ελλάδα, κατέχει μεταξύ των χωρών – μελών της Ε.Ε. την δεύτερη υψηλότερη θέση σε σχέση με την φορολογία των εταιρικών κερδών και μερισμάτων, τα δε στελέχη των επιχειρήσεων επιβαρύνονται με τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές.

Το φορολογικό σύστημα περιέχει πολλές ασάφειες, με αποτέλεσμα πολλές δαπάνες που πρέπει να εκπίπτονται, να αντιμετωπίζονται με επιβαρυντικό για τις επιχειρήσεις τρόπο.

Δυστυχώς οι δαπάνες αυτές αναφέρονται στην προώθηση των πωλήσεων, την έρευνα και την ανάπτυξη.

Οι ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών είναι υπέρογκες συγκριτικά με αυτές των κοινοτικών μας εταίρων. Το κλίμα επιβαρύνει η αστάθεια του φορολογικού συστήματος, το οποίο συχνά μεταβάλλεται σε βάρος εργαζομένων και επιχειρήσεων.

Επιβάλλεται η καθιέρωση ενός σταθερού φορολογικού συστήματος, που θα ενισχύει την ανταγωνιστικότητά μας, ή τουλάχιστον θα την καθιστά ισότιμη από απόψεως φορολογικής μεταχειρίσεως με αυτή που απολαμβάνουν οι ανταγωνιστές μας στην Ε.Ε.

Η παρατεταμένη αβεβαιότητα και το ρευστό διεθνές σκηνικό πλήττουν τις ελληνικές εξαγωγές.

Το φορολογικό σύστημα και οι ακολουθούμενες πρακτικές δεν προσελκύουν επενδυτές. Το κλίμα επιβαρύνεται και από την ιδεοληπτική ψυχονεύρωση των κυβερνητικών στελεχών.

Τα κυβερνητικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επαναλαμβάνουν ότι διακατέχονται από την κομμουνιστική ιδεολογία και όπως επισημαίνει ο Καθηγητής κ. Δ. Τσαρδάκης «η χειρότερη εκδοχή της Αριστεράς είναι αυτή που θέλει να κυβερνήσει μέσα σε ανταγωνιστικές καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και πιστεύει, ωστόσο, ότι μπορεί να αλλάξει την Ευρώπη και στην συνέχεια τον κόσμο ολόκληρο».

Οι άνθρωποι αυτοί διακατέχονται από ταξικό μίσος και πιστεύουν στην Μαρξιστική αντίληψη περί διανεμητικής δικαιοσύνης ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν την ίδια αμοιβή γιατί έχουν τις ίδιες ανάγκες.

Η σύγχρονη όμως διεθνής κοινωνία, έχει αποδεχθεί την Αριστοτελική περί διανεμητικής δικαιοσύνης αντίληψη, σύμφωνα με την οποία έκαστος πρέπει να αμείβεται σύμφωνα με τις ικανότητες και τα επιτεύγματά του.

Δυστυχώς ο Φρόυντ γεννήθηκε μετά τον Μαρξ και ο τελευταίος στερήθηκε της δυνατότητος να διευρύνει τις γνώσεις του για την ανθρώπινη φύση.

Η Ελληνική Αριστερά είναι διανοητικά ανάπηρη, μισεί τον επιχειρηματία και το κεφάλαιο και συνεχώς δημιουργεί εμπόδια στην ανάπτυξη του επιχειρείν. Αναδιανέμει τα εισοδήματα της μεσαίας αστικής τάξεως, με την μείωση των συντάξεων και την αύξηση της φορολογίας για να ικανοποιήσει την κομματική της πελατεία και να διατηρεί τους Έλληνες σε άδηλη ομηρία.

Υπόσχεται συσσίτια και μονιμοποιήσεις των εκτάκτων και διατηρεί όλα τα αντικίνητρα, που αναστέλλουν την ανάπτυξη και την προκοπή αυτής της Χώρας. Ορισμένα μέλη της Κυβερνήσεως φαίνεται ότι άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι η Χώρας μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την Ε.Ε. και το ευρώ και μόνο μέσω αυτής μπορεί να αναζητηθεί λύση για το πρόβλημά μας. Δεν μπορούν όμως ακόμη να συνειδητοποιήσουν ότι πρέπει να εγκαταλείψουν τις Μαρξιστικές τακτικές, που πιστά ακολουθούν.

Η λύση θα δοθεί από τον Ιδιωτικό και όχι τον Δημόσιο Τομέα.

Ο Δημόσιος Τομέας, αποστολή έχει στην οικονομία, να ενισχύσει τον Ιδιωτικό Τομέα να αναπτυχθεί και να δημιουργήσει πλούτο και θέσεις εργασίας. Η επιχείρηση είναι το εργαλείο της Αναπτύξεως και πρέπει να ενισχυθεί το επιχειρείν.

Απαιτείται ο συγχρονισμός του φορολογικού συστήματος και ο ορθολογισμός των φορολογικών συντελεστών, όπως επίσης και των αντίστοιχων ασφαλιστικών εισφορών, η μείωση και εξυγίανση της γραφειοκρατίας, η πρόσβαση στην χρηματοδότηση και ο περιορισμός των κρατικών ρυθμίσεων.

Η υφιστάμενη οικονομική κατάσταση επηρεάζει το επιχειρείν και ορισμένοι δείκτες μετρήσεως της οικονομίας και του κλίματος που επικρατεί, εξελίσσονται δυσμενώς. Οι Δείκτες Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης, Υπευθύνων Προμηθειών στην Μεταποίηση (PMI) και ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος έχουν επιδεινωθεί, το τρίμηνο του 2017.

Την ίδια περίοδο ο Ελεγκτικός Μηχανισμός του Δημοσίου, έχει αδρανοποιηθεί με αποτέλεσμα να ανθεί το λαθρεμπόριο σε καύσιμα, οινοπνευματώδη και καπνό και το Κράτος να στερείται εσόδων 1,3 δισ. € ετησίως.

Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολογήσεως έχει επιδεινώσει όμως τους δείκτες της Οικονομίας και έχει οδηγήσει την Ε.Ε. σε επανεκτίμηση, προς το δυσμενέστερον, των προοπτικών της Ελληνικής Οικονομίας.

Η αρχική εκτίμηση ότι ο ρυθμός αυξήσεως του ΑΕΠ για το 2017 θα ήταν 2,7%, έχει αναθεωρηθεί πρόσφατα και περιορίσθηκε στο 2,1%.

Όμως, η παρατεταμένη αβεβαιότητα ως προς την έκβαση της αξιολογήσεως σε συνδυασμό με την μεγάλη καθυστέρηση στην ολοκλήρωσή της, επιδείνωσε την κατάσταση και εκτιμάται ότι ο ρυθμός αναπτύξεως θα είναι της τάξεως 1,2-1,4%.

Η Ε.Ε. προβλέπει επίσης τις ακόλουθες ετήσιες μεταβολές (%) για το 2017: Ιδιωτική Κατανάλωση (1,4%), Ανεργία (22,8%), Εμπορικό Ισοζύγιο (-9,7%) και Δημόσιο
Χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ 178,8%.

Ο πολλά υποσχόμενος τουρισμός παρουσιάζει μείωση εισπράξεων. Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα τουριστικά έσοδα σε επίπεδο τριμήνου (513,2 εκατ. €), όσο και σε επίπεδο μηνός (203,3 εκατ. €) μειώθηκαν συγκριτικά με τα αντίστοιχα χρονικά διαστήματα του προηγουμένου έτους.

Η Ελλάδα δεν εκμεταλλεύθηκε το γεγονός ότι ο τουρισμός στην Τουρκία υπέστη ισχυρό πλήγμα, λόγω πολιτικών ταραχών (τα έσοδα μειώθηκαν κατά 8,9% δισ. € και ο αριθμός των τουριστών κατά 10,9 εκατ. άτομα το 2016).

Το κενό που δημιουργήθηκε επωφελήθηκαν η Ισπανία και η Κύπρος. Η Ελλάδα απέτυχε επίσης στην προσπάθειά της να επιμηκύνει την τουριστική περίοδο κατά την διάρκεια του χειμώνα, η οποία θα επέφερε πρόσθετα έσοδα και θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας.

Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) εκτιμά ότι φέτος οι αφίξεις τουριστών θα ανέλθουν σε 28 εκατ. και τα έσοδα θα κυμανθούν μεταξύ 14,2-14,5 δισ. €.

Δεν πρέπει όμως να διαφεύγει της προσοχής μας ότι σημαντικός αριθμός Ελλήνων μετανάστευσε στο εξωτερικό, μεταξύ των οποίων και 420.000 επιστήμονες, οι οποίοι θα έλθουν για διακοπές στην Ελλάδα και περιλαμβάνονται και αυτοί στον αριθμό των τουριστικών αφίξεων.

Τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Ελληνικός τουρισμός και εμποδίζουν την πραγματοποίηση επενδύσεων είναι η υπερφορολόγηση και η έλλειψη νέου Ειδικού
Χωροταξικού Σχεδίου για τον τουρισμό.

Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι βελτιώθηκε η επίδοση της Ελλάδος στον Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Τουρισμού για το 2014, σύμφωνα με τον Δείκτη που καταρτίζει το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF).

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά η Ελλάδα κατέλαβε την 24η θέση μεταξύ 136 χωρών και βρίσκεται σε χαμηλότερη θέση από τρεις ανταγωνίστριες Ευρωπαϊκές αγορές (Ισπανία, Ιταλία και Πορτογαλία), αλλά σε υψηλότερη από Κύπρο και Τουρκία.

Επίσης η συμβολή του τουρισμού στην καταπολέμηση της ανεργίας είναι ιδιαίτερα σημαντική. Τον μήνα Απρίλιο δημιουργήθηκαν 92.132 νέες θέσεις εργασίας και το πλέον σημαντικό είναι ότι το 54,91% αυτών είναι πλήρους απασχολήσεως. Η απασχόληση όμως στον τουρισμό χαρακτηρίζεται από εποχικότητα.

Η Ελληνική Ακτοπλοΐα, που συνδέεται άμεσα με τον Τουρισμό, αντιμετωπίζει προβλήματα ανταγωνισμού με το Αεροπλάνο, και την άνοδο της τιμής των καυσίμων. Η ακτοπλοϊα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος κλάδος της ναυτιλίας και έχει καλύψει τις ανάγκες τόσο της τουριστικής αγοράς όσο και της διακινήσεως του νησιωτικού πληθυσμού αλλά και της μεταφοράς αγαθών.

Οι προκλήσεις της ελληνικής ακτοπλοΐας αυξάνονται καθώς εκτός της υφέσεως στην εσωτερική αγορά επιβατών και της ανόδου της τιμής των καυσίμων, οι νέοι περιβαλλοντικοί κανονισμοί που θα ισχύσουν από το 2020 επιβάλλουν την αντικατάσταση του ακτοπλοϊκού στόλου.

Η Πολιτεία πρέπει να δημιουργήσει εγκαίρως τις κατάλληλες συνθήκες τόσο από απόψεως χρηματοδοτήσεως, όσο και από απόψεως ναυπηγήσεως.

Τα Ελληνικά Ναυπηγεία διαθέτουν τον κατάλληλο μηχανολογικό εξοπλισμό, αλλά και οι εργαζόμενοι (σήμερα άνεργοι) διαθέτουν την απαιτούμενη εμπειρία και τεχνογνωσία. Πρέπει να μη χαθεί η ευκαιρία που μας προσφέρεται.

Τα έσοδα από την Ναυτιλία παρουσίασαν σχετική αύξηση το α’ τρίμηνο του 2017 σε σχέση με αυτό του αντίστοιχου τριμήνου του 2016, αλλά εξακολουθούν να υστερούν κατά πολύ εκείνων που πραγματοποιήθηκαν τα τρίμηνα του 2015 και 2014.

Υπενθυμίζεται ότι ο ελληνόκτητος στόλος κατέχει την πρώτη θέση παγκοσμίως από απόψεως χωρητικότητος και σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Επιτροπής Ναυτιλιακής Συνεργασίας του Λονδίνου, την 1η Μαρτίου 2017, αποτελείται από 4.085 πλοία, άνω των 1000 gt, συνολικού μεγέθους 192,43 εκατ. τόνων (gross tonnage).

Από το 2010 έως σήμερα ο ελληνόκτητος στόλος έχει εκσυγχρονισθεί και ανανεωθεί και έχει αυξήσει το μέγεθός του κατά 74%.

Επισημαίνεται ότι υπάρχει κίνδυνος μεταναστεύσεως όχι μόνον της Ελληνικής αλλά και της Ευρωπαϊκής Ναυτιλίας, σε άλλα ναυτιλιακά κέντρα όπως το Ντουμπάι, η Σιγκαπούρη, το Βανκούβερ, το Χόνγκ-Κονγκ και η Σαγκάη. Τα ναυτιλιακά αυτά κέντρα προσφέρουν φορολογικά, χρηματοδοτικά και άλλα κίνητρα για την μετεγκατάσταση της ιδιοκτησίας και διαχειρίσεως πλοίων και έχουν ήδη ενισχύσει τα μερίδιά τους στην παγκόσμια αγορά.

Η Ελληνόκτητη ναυτιλία καλύπτει το 50% της χωρητικότητας του Ευρωπαϊκού στόλου και προσφέρει στην Ελλάδα το 7% του ΑΕΠ της χώρας και περίπου 200.000 θέσεις εργασίας.

Η Ε.Ε. πρέπει να αφυπνισθεί, διότι ακολουθεί εσφαλμένη οδό με αποτέλεσμα να επιβαρύνει περισσότερο τον κλάδο, αντί να βελτιώνει το θεσμικό της πλαίσιο με την διεύρυνση των παρεχομένων φορολογικών κινήτρων για τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις.

Στον τομέα της Λιμενικής Βιομηχανίας, η διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων από τον λιμένα του Πειραιώς ακολουθεί αυξητική πορεία και αναμένεται ότι ο Πειραιάς θα ξεπεράσει τα 4 εκατ. εμπορευματοκιβώτια κατά το τρέχον έτος.

Η ιδιωτικοποίηση του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων του ΟΛΠ εξελίσσεται κατά ικανοποιητικό τρόπο τόσο για το Δημόσιο, του οποίου αυξάνουν τα έσοδα, όσο και για τους ιδιώτες που απολαμβάνουν καλύτερες υπηρεσίες με ανταγωνιστικό κόστος.

Οι δραστηριότητες της COSCO στον Πειραιά δημιούργησαν νέες θέσεις εργασίας τόσο στον τομέα των εμπορευματοκιβωτίων, όσο και στον τομέα των κατασκευών.

Ελπίζεται ότι το πείραμα θα συνεχισθεί και με τον λιμένα της Θεσσαλονίκης. Η Κοινοπραξία της Deutsche Invest Equity Partners (DIEP) προσέφερε οικονομική
προσφορά 231,92 εκατ. € για την απόκτηση του 67% του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης. Η προσφορά εκρίθη συμφέρουσα από το ΤΑΙΠΕΔ και την ελληνική κυβέρνηση.

Υπενθυμίζεται ότι στο διαγωνισμό που έγινε το 2008, επί Νέας Δημοκρατίας, η Εταιρεία Hutchison προσέφερε 420 εκατ. € μόνον για το 50% της IV προβλήτας του ΟΛΠ, έναντι 220 εκατ. € της COSCO και 79 εκατ. € της Κοινοπραξίας Dubai Ports World.

Επρόκειτο περί Συμβάσεως Παραχωρήσεως διαρκείας 30 ετών, με ετήσιο μίσθωμα, χρονοδιάγραμμα πραγματοποιήσεως επενδυτικών έργων και διασφάλιση όλων των θέσεων εργασίας.

Ποιός λοιπόν αξιοποιεί καλύτερα την Εθνική μας Περιουσία; Η πολυπόθητη β’ αξιολόγηση τελείωσε εις βάρος των Ελλήνων και το πολυνομοσχέδιο ψηφίσθηκε από την Εθνική Αντιπροσωπεία και συνιστά ουσιαστικά το 4ο Μνημόνιο, με την διαφορά ότι δεν συνοδεύτηκε από πρόσθετη χρηματοδότηση.

Η διαπραγμάτευση βασίσθηκε σε ένα μεγάλο ψέμα, ότι πραγματοποιήθηκε πρωτογενές πλεόνασμα 4,19% του ΑΕΠ, ενώ η Κυβέρνηση έχει κηρύξει άτυπη στάση πληρωμών, μη καταβάλλοντας τις οφειλές προς τρίτους, αδιαφορώντας προφανώς για  τις συνέπειες στην ελληνική οικονομία, την αύξηση των λουκέτων, την μείωση του
κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων και την ανεργία.

Επιβάλλονται πρόσθετα μέτρα ύψους 4,9 δισ. € σε βάρος των φορολογουμένων, συνταξιούχων και ελευθέρων επαγγελματιών με αποτέλεσμα να επέρχεται σωρευτικά επιβάρυνση 14,6 δισ. € σε διάστημα 6 ετών, 2015-2021.

Επιπλέον ο στόχος για πραγματοποίηση πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ θα ισχύει για μια πενταετία. Μεγαλύτερα θύματα οι συνταξιούχοι, οι οποίοι καλούνται να καταβάλουν το 40% των μέτρων της εξαετίας (6,5 δισ. €).

Η Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι υπάρχουν και αντίμετρα ύψους 7,5 δισ. €, τα οποία θα ισχύσουν εάν και εφόσον το πρωτογενές πλεόνασμα θα ξεπεράσει το 3,5% του ΑΕΠ το 2019, αφού ληφθούν και τα μέτρα περικοπής των συντάξεων.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ζούμε στη χώρα του παραλόγου.

Το Δ.Ν.Τ. εύστοχα παρατηρεί ότι η επίτευξη στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος πέραν του 1,5% του ΑΕΠ θα προκαλέσει αρνητικές επιδράσεις στην αναπτυξιακή δυναμική της χώρας.

Η Κυβέρνηση δέχθηκε όλους τους όρους που ζητήθηκαν από την Ε.Ε. (κυρίως την Γερμανία) και το ΔΝΤ, με την προσδοκία ότι θα εδίδετο ικανοποιητική λύση στο θέμα του ελληνικού χρέους.

Δυστυχώς όμως το Eurogroup της 22ας Μαϊου, κατέληξε χωρίς συμφωνία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και χωρίς εκταμίευση της δόσεως που αναμένετο με το κλείσιμο της αξιολογήσεως.

Η διαπραγμάτευση για την β’ αξιολόγηση κατέληξε σε τραγωδία και η μακρά περίοδος των διαπραγματεύσεων δεν είχε αποτέλεσμα, ούτε καν την ένταξη της Ελλάδος στο QE της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης, το οποίο θα έδιδε ανάσα στις Ελληνικές Τράπεζες.

Φαίνεται ότι οι Έλληνες διαπραγματευόμενοι, περνούσαν απλώς τον καιρό τους και ενόμιζαν ότι διαπραγματεύονται. Αγνοούν τον βασικό κανόνα: χρόνος = χρήμα.

Το αποτέλεσμα της καθυστερήσεως της αξιολογήσεως, αποτυπώθηκε στο ΑΕΠ του α’ τριμήνου του 2017, το οποίο υπεχώρησε κατά 0,5% σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2016.

Επίσης υπάρχει υστέρηση των φορολογικών εσόδων κατά 819 εκατ. €, την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου, έναντι του τεθέντος στόχου (1.735 εκατ. €). Η πραγματική οικονομία στενάζει: μείωση πωλήσεων στα supermarkets (-4%), οικοδομική δραστηριότητα (-6,8%), μείωση επενδύσεων στην βιομηχανία, μείωση καταθέσεων, μείωση πωλήσεων σε ηλεκτρονικές – ηλεκτρικές συσκευές, προβλήματα ρευστότητος σε επιχειρήσεις, αύξηση των κόκκινων δανείων, παράταση των capital controls, ανεργία, ανισοκαιανομή φορολογικών Βαρών κ.Λ.π.

Η μεσαία τάξη πληρώνει τους περισσότερους φόρους με χαρακτηριστικά υποζύγια τους μισθωτούς και συνταξιούχους, που πληρώνουν το 60% του συνολικού φόρου εισοδήματος» Τα εισοδήματα άνω των 30.000,00 € υφίστανται τα μεγαλύτερα βάρη, λόγω αδυναμίας του Κράτους να ελέγξει την φοροδιαφυγή.

Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές ενισχύουν την φοροδιαφυγή, την αδήλωτη εργασία και τη φυγή εργαζομένων και επιχειρήσεων στο εξωτερικό. Η μείωση των φορολογικών Βαρών θα επέτρεπε την ενίσχυση των επενδύσεων και της απασχολήσεως.

Κανένα όμως φορολογικό σύστημα δεν μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα, αν δεν εμπεδωθεί η εμπιστοσύνη των φορολογουμένων στην ανταποδοτικότητα του συστήματος.

Τα υπερβολικά για τις ελληνικές δυνατότητες, πρωτογενή πλεονάσματα, στερούν από τη χώρα μας και τον λαό μας το δικαίωμα στην ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο.
Απαιτείται αλλαγή του μείγματος πολιτικής και απαλλαγή από τις ιδεοληψίες της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 23 Μαΐου 2017

Ο Συντάκτης
Γεώργιος Σ. Βλάχος
τ. Γενικός Γραμματέας
στο ΥΠΕΘΟ και ΥΕΝ

Περισσότερα νέα

News In English

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εγγραφή NewsLetter